ΒΡΕΙΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACΕBOOK (Ηλεκτρολογικές Ενημερώσεις) ΚΑΙ ΚΑΝΤΕ LIKE

Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο youtube

Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο youtube
Youtube

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Η «εξίσωση» μιας επταετίας: Κάτω οι μισθοί 21,8%, πάνω τα κέρδη της βιομηχανίας 56%


Η εσωτερική υποτίμηση στην επταετία της κρίσης (2010-16), με την μείωση μισθών –και μείωση του κόστους εργασίας κατά 37,5%- χωρίς να φέρει τα πολυπόθητα αποτελέσματα, περιορίστηκε στην αύξηση των κερδών 56% στη βιομηχανία, με εξαίρεση τις οικοδομές- κατασκευές.

Όπως δείχνει έρευνα του Ηλία Ιωακείμογλου για το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ στην ευρύτερη βιομηχανία με εξαίρεση τις οικοδομές και κατασκευές η παραγωγή ενέργειας και ο κλάδος της ύδρευσης, της αποχέτευσης και διαχείρισης απορριμμάτων, ο δείκτης τιμών αυξήθηκε κατά 4,2% έναντι μείωσης 29,1% του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.

Σύμφωνα με τον κ. Ιωακείμογλου για να εκκινήσει και να επιταχυνθεί η διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης, οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανισμοί επέβαλαν μια πρωτοφανή για περίοδο ειρήνης μείωση των μισθών ‒όχι μόνο των πραγματικών, αλλά και των ονομαστικών‒ είτε απευθείας με διοικητικά μέτρα είτε μέσω της παρατεταμένης και βαθιάς ύφεσης είτε με διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας.

Η θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης προβλέπει ότι οι μειώσεις του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (που επιτυγχάνονται με μια πολιτική μείωσης του προϊόντος και συνακόλουθης αύξησης της ανεργίας) μετατρέπονται σε μειώσεις των εγχώριων τιμών, εάν όχι εξ ολοκλήρου, σε μεγάλο βαθμό, και σε κάθε περίπτωση σε βαθμό ικανό να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα.

Όμως η θεαματική μείωση κατά 37,5% του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος οφείλεται μεν στη μείωση κατά 21,8% της μέσης τρέχουσας αμοιβής εργασίας αλλά οφείλεται και στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 25,1% την ίδια περίοδο.

Η δε αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες μικρής μείωσης της παραγωγής, και επομένως προήλθε από μείωση της απασχόλησης: Ο αριθμός των μισθωτών περιορίστηκε κατά περίπου 70 χιλιάδες άτομα μεταξύ 2010 και 2016, ενώ ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων κατά περίπου 40 χιλιάδες.
Αυτά τα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι υπήρξαν εκτεταμένες διαδικασίες εκκαθάρισης των πιο αδύναμων κεφαλαίων της μεταποιητικής βιομηχανίας, είτε με την παύση λειτουργίας μικρών επιχειρήσεων (γεγονός που υποδεικνύει η μεγάλη μείωση του αριθμού των αυτοαπασχολούμενων με προσωπικό) είτε με παύση λειτουργίας τμημάτων επιχειρήσεων, με συγχωνεύσεις τμημάτων και με άλλες αναδιαρθρώσεις που εξοικονομούν εργασία (από όπου προέρχεται η μείωση της μισθωτής απασχόλησης κατά περίπου 70 χιλιάδες άτομα).


Τα παραπάνω στοιχειοθετούν την άποψη ότι η μεταποιητική βιομηχανία διήλθε κατά τα χρόνια της εσωτερικής υποτίμησης από περίοδο αμυντικής αναδιάρθρωσης, δίχως να επιδιώξει αύξηση των πωλήσεών της μέσω μείωσης των τιμών των προϊόντων της, επομένως χωρίς αύξηση του προϊόντος της αλλά με αύξηση της κερδοφορίας της. Αυτή η εκτίμηση ενισχύεται από τα στοιχεία του μέσου περιθωρίου κέρδους στους βασικούς παραγωγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας.


Το μέσο περιθώριο κέρδους στη μεταποιητική βιομηχανία (υπολογισμένο με βάση το κόστος εργασίας) αυξήθηκε κατά 56% στην υπό εξέταση περίοδο, ενώ παρέμεινε πρακτικά αμετάβλητο στον τομέα των υπηρεσιών και μειώθηκε στον τομέα των οικοδομών και άλλων κατασκευών.


Κατακόρυφη αύξηση παρουσίασαν, στη διάρκεια εφαρμογής της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, τρεις δείκτες κερδοφορίας, δηλαδή το μέσο περιθώριο κέρδους ως προς το κόστος εργασίας και ενδιάμεσων αναλώσεων (στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε παραπάνω), το μερίδιο των κερδών στην καθαρή προστιθέμενη αξία, και ο κυριότερος δείκτης κερδοφορίας, που είναι η απόδοση κεφαλαίου (δηλαδή το κέρδος προ φόρων, μετά τις αποσβέσεις ως ποσοστό του καθαρού κεφαλαιακού αποθέματος σε τιμές αντικατάστασης).

Του Αντώνη Βασιλόπουλου